Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΜΕΣΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ ΤΟΥ ΑΝΡΙ – ΛΟΥΙ ΜΠΕΡΞΟΝ

        

            Σύμφωνα με τον Ανρί Λουί Μπερξόν, ο κόσμος είναι προϊόν μιας ανεξέλεγκτης σκοτεινής δύναμης, της ζωικής ορμής. Η ζωική αυτή ορμή εκδηλώθηκε αρχικά σε ορισμένες φυσικοχημικές ενώσεις και στη συνέχεια διακλαδώθηκε προς τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις και έτσι δημιουργήθηκαν τα τρία είδη ζωής :  τα φυτά, τα έντομα και τα σπονδυλωτά.
Αυτή η εξελικτική πορεία κατέληξε στη δημιουργία του ανθρώπου. Στον άνθρωπο η ζωική ορμή εκδηλώνεται με δύο τρόπους: ως νόηση και ως ένστικτο. Με τη νόηση επιτυγχάνεται η κατάτμηση της πραγματικότητας. Με την κατάτμηση γνωρίζουμε την πραγματικότητα, γνωρίζουμε δηλαδή ένα γεγονός ή ένα αντικείμενο αφού το ξεχωρίσουμε από αυτήν, το ακινητοποιήσουμε κα τέλος το κομματιάσουμε.
Τότε διακρίνουμε τα μέρη του. Η ενέργεια αυτή οδηγεί μεν στη γνώση και κατ’ επέκταση στη γνώση του κόσμου, στερεί όμως την κίνηση, τη ροή την οποία ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται με το ένστικτο. Το ένστικτο μας αποκαλύπτει τη γνώση σε όλο της το βάθος, δηλαδή την ενόραση. Η διαφορά μεταξύ νοητικής κι ενορατικής γνώσης γίνεται καλύτερα αντιληπτή στην περίπτωση του χρόνου : το χωροποιημένο χρόνο τον αντιλαμβανόμαστε με τη νόηση και τη διάρκεια με το ένστικτο. Με τη νόηση ορίζουμε το χρόνο σε χρόνια, μήνες, ημέρες, ώρες κλπ, ενώ ο χρόνος ως διάρκεια αποτελεί ένα συνεχές το οποίο κυλά άλλοτε πιο γρήγορα και άλλοτε πιο αργά ανάλογα με την ψυχική μας διάθεση.
            Ο Μπερξόν ανέπτυξε τη φιλοσοφική του σκέψη μέσα από τα βιβλία του, τα οποία έγιναν γρήγορα αποδεκτά από ένα μεγάλο αριθμό αναγνωστών όχι τόσο για τη φιλοσοφική θεώρηση της ζωής, όσο για τον τρόπο χρήσεως από το φιλόσοφο της μεταφοράς, της εικόνας και της αναλογίας.
            «Θα μπορούσατε να γίνετε ένα μαθηματικός, θα γίνετε όμως ένας φιλόσοφος», είπε ο καθηγητής των μαθηματικών στο νεαρό Μπερξόν που κέρδισε το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό των μαθηματικών, αλλά επέλεξε να συνεχίσει τις σπουδές του στη φιλολογία. Η φιλοσοφική του όμως σχέση στηρίχθηκε και εξελίχθηκε μέσα από τα μαθηματικά. Πράγματι, η θεωρία του Μπερξόν γεννήθηκε με την ανακάλυψη ότι «η μαθηματική αντίληψη του χρόνου δε λαμβάνει υπόψη της την πραγματική διάρκεια».
            Αυτήν την ανακάλυψη εξετάζει στο έργο του Περί των άμεσων δεδομένων της συνείδησης, όπου αποδεικνύει ότι η ένταση των ψυχικών μας καταστάσεων δεν είναι δυνατόν να μετρηθεί. Όταν την προσπάθεια διαδέχεται η κόπωση, το κρύο, η ζέστη, ή ακόμη ένα απροσδιόριστο συναίσθημα αντικαθίσταται από έντονο πάθος, αυτή η εναλλαγή των ψυχικών καταστάσεων πραγματοποιείται μέσα σε μία συνέχεια που καμμιά περιγραφή και κανείς μηχανισμός δεν μπορεί να απεικονίσει. Είναι βέβαιο ότι μπορεί κανείς να θεωρήσει τη ζωή (τη συνειδησιακή ύπαρξη του ανθρώπου) εκ των έξω, μέσω του χώρου, μετρώντας τα αίτια που προκαλούν τις συγκινήσεις, μπορεί επίσης να θεωρήσει τις συνειδησιακές καταστάσεις εκ των έσω. Άρα, ο Μπερξόν ερμηνεύει τη συνειδησιακή λειτουργία από δύο όψεις : η πρώτη την προσεγγίζει μέσω της προβολής των εξωτερικών γνωρισμάτων της και η δεύτερη μέσω της βαθειάς θεώρησης του εσωτερικού κόσμου του ανθρώπου. Γίνεται κατ’αυτόν τον τρόπο κατανοητό ότι «οι βαθειές συνειδησιακές καταστάσεις δεν έχουν καμμιά σχέση με την ποσότητα γιατί είναι καθαρή ποιότητα». Η έννοια της ποσότητας ή του κοινού μέτρου, δεν είναι η κατάλληλη για την περιγραφή των αισθήσεών μας και των ψυχικών μας καταστάσεων : όταν κάποιος αγαπά δεν μετρά.
            Ο Μπερξόν πίστευε στη σχέση επιστήμης και μεταφυσικής καθώς επίσης και στο ότι η αντίληψη σκοπό έχει να προκαλέσει την πράξη, όχι τη γνώση, γιατί  η ανάπτυξη της αντίληψης ρυθμίζεται από την ανάπτυξη του νευρικού συστήματος. Άρα η σχέση ψυχής και σώματος που ο φιλόσοφος ανέπτυξε στηρίχθηκε στη θεωρία του δυϊσμού, παρά την τάση που επικρατούσε την εποχή εκείνη ότι το πνεύμα ήταν δυνατό να μετατραπεί σε απλή ύλη. Τόνισε μάλιστα ότι όταν μία βλάβη στον εγκέφαλο κτυπήσει τη μνήμη του ατόμου, η εξαφάνιση της μνήμης επέρχεται σταδιακά. Η παρατήρηση αυτή τον οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η νοητική εξάρτηση σε σχέση με την εγκεφαλική δεν είναι απόλυτη και διέκρινε τη «μνήμη» από την «καθαρή μνήμη». Η πρώτη είναι στενά συνδεδεμένη με τις αισθήσεις και το ανθρώπινο σώμα και η δεύτερη αποτελείται από τρία στοιχεία : την  «καθαρή ανάμνηση», την «ανάμνηση εικόνα» και την «αντίληψη». Η «ανάμνηση εικόνα» ενώνει την «καθαρή ανάμνηση» και την «αντίληψη», οι οποίες είναι από τη φύση αντίθετες. Παρόλα αυτά η ανθρώπινη αντίληψη είναι εμποτισμένη από την «ανάμνηση εικόνα» και μία ανάμνηση πραγματοποιείται χάρη στην αντίληψη. Εξ αιτίας αυτής της πραγματικότητας τα διάφορα αντικείμενα που υποπίπτουν στην αντίληψή μας έχουν μια «υποκειμενικότητα». Σύμφωνα με τον Μπερξόν η καθαρή αντίληψη απαλλαγμένη από κάθε ανάμνηση μπορεί να προσλάβει μια μεταφυσική έννοια την οποία αποκαλεί «έμφυτη γνώση», «διαίσθηση». Αυτή η διαίσθηση οδηγεί στη γνώση, μια γνώση που είναι σχεδόν απόλυτη γιατί έχει άμεση σχέση με τη συνείδηση και δε χρησιμοποιεί σύμβολα.
            Στη συνέχεια, ο Μπερξόν διέκρινε ανάμεσα στην άμεση γνώση και στη νόηση: η νόηση σκοπό  έχει να προαγάγει την πράξη, όχι τη γνώση η οποία πηγάζει από την αντίληψη και τη διαίσθηση. Εφόσον η νόηση κατευθύνεται από την πράξη, αντιδρά σε κάθε τι που προδίδει χώρο. Η νόηση τείνει να διαχωρίζει το κάθε τι σε ομοιογενείς και ομοιόμορφες ενότητες, διατηρώντας τη στατικότητα και την ακινησία τους. Αυτά τα χαρακτηριστικά οδήγησαν τον Μπερξόν να αναπτύξει τη θεωρία του και να δεχθεί ότι «ο μηχανισμός της κοινής γνώσης μας είναι κινηματογραφικός». Συγκρίνει τη νόηση με μια κινηματογραφική μηχανή λήψεως που δημιουργεί την κίνηση μέσα από μία σειρά συγκεκριμένων σταθερών εικόνων. Σύμφωνα με αυτή τη λογική της νόησης, κάθε εικόνα μπορεί να διαχωριστεί από τις προηγούμενες και μάλιστα νέες εμπειρίες είναι δυνατό να προστεθούν στις ήδη παλαιές της νόησης.
            Προκειμένου να δώσει απάντηση στο αίνιγμα αυτής της ενδόμυχης κατάστασης που δεν είναι δυνατό να υπολογισθεί αλλά που βιώνεται από τον καθένα, αυτού του περάσματος από τη μια συγκινησιακή κατάσταση στην άλλη, ο Μπερξόν ανέτρεξε στο χώρο και στο χρόνο. Εδώ  αντικαθιστά τη λεπτή αντίθεση του χρόνου-χώρου, δηλαδή μία ευθεία «γραμμή» χωρισμένη σε παρελθόν, παρόν και μέλλον με αυτό που ονομάζει «διάρκεια». Η έμφυτη γνώση μας οδηγεί στη διάρκεια. Εξ αιτίας της νόησης δε γνωρίζουμε καλά τη φύση του χρόνου τον οποίο περιορίζουμε στο χώρο.
            Για να αποδείξει τη θεωρία του ο Μπερξόν ανέτρεξε  σε ένα παλαιό πρόβλημα που τέθηκε στη φιλοσοφική σκέψη από τον Ζήνωνα τον Ελεάτη. Ο αρχαίος φιλόσοφος παρουσίασε το χρόνο σαν μια διαδοχή μοναδικών στιγμών. Στο παράδειγμα του Αχιλλέα και της χελώνας είχε δεχθεί ότι εάν η χελώνα ξεκινήσει πριν από τον Αχιλλέα, θα κερδίσει τον αγώνα. Σύμφωνα με τη θεωρία του Μπερξόν το αποτέλεσμα αυτό θα υπάρξει γιατί «τον πιο αργό δε θα τον φθάσει ποτέ ο πιο γρήγορος γιατί αυτός που ακολουθεί πρέπει πάντα να φθάνει στο σημείο από το οποίο έφυγε ο δρομέας, έτσι ώστε ο πιο αργός έχει πάντα κάποιο προβάδισμα». Προφανώς αυτό το συμπέρασμα του Μπερξόν δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Λογικά ο Αχιλλέας θα κέρδιζε πάντα τη χελώνα, ο φιλόσοφος όμως, θέλησε να εξηγήσει το λόγο για τον οποίο ο Ελεάτης σοφιστής υποστήριξε τη θέση του και κατέδειξε το παράδοξο αποδεικνύοντας την εγκυρότητα μιας αντίθετης προς τη θεώρηση των Ελεατών, σκέψης. Το διάστημα που χωρίζει δύο σημεία διαιρείται εις το άπειρον και εάν η κίνηση απετελείτο από μέρη όμοια με αυτά του διαστήματος ποτέ το διάστημα δε θα είχε διανυθεί. Η αλήθεια όμως είναι ότι κάθε βήμα του Αχιλλέα είναι μια απλή πράξη, αδιαίρετη και μετά από μια σειρά τέτοιων πράξεων ο Αχιλλέας θα ξεπεράσει τη χελώνα. Η Ελεατική σχολή ανασχηματίζει την ολική κίνηση του Αχιλλέα όχι με τα βήματα που εκείνος κάνει, αλλά με τα βήματα της χελώνας. Καθένα από τα βήματα του Αχιλλέα και καθένα από τα βήματα της χελώνας είναι αδιαίρετα ως κίνηση, αλλά με διαφορετικό μέγεθος ως χώρο. Έτσι η πρόσθεση θα δώσει μεγαλύτερο διάστημα για τον Αχιλλέα απ’ότι για τη χελώνα παρά το γεγονός ότι η τελευταία είχε προηγηθεί.
            Είναι φανερό ότι χωρίς την κατανόηση του ρόλου που παίρνει το διάστημα στην αντίληψη της κίνησης κανείς δε θα είχε κατορθώσει να αποδείξει το λόγο για τον οποίο ο Αχιλλέας θα κέρδιζε την κούρσα. Την κίνηση την κατανοούμε χάρη στην έμφυτη γνώση, η οποία χωρίζει τα πράγματα σε συγκεκριμένες ενότητες όπως κάνει η νόηση. Ο Μπερξόν είναι ο πρώτος φιλόσοφος που έκανε τη διάκριση μεταξύ χρόνου και διαστήματος, μεταξύ νόησης και έμφυτης γνώσης πράγμα που του επέτρεψε να αντικρούσει την θέση των Ελεατών.
            Η θεωρία της διάρκειας του Μπερξόν μας βοηθά να διακρίνουμε ανάμεσα στη σχέση του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος. Ο φιλόσοφος μας εξηγεί ότι αντιλαμβανόμαστε το παρελθόν γιατί το παρόν είναι μια στιγμή (μια χρονική στιγμή) που διαιρείται ακόμη επ’άπειρον. Ορίζουμε αυθαίρετα το παρόν ως κάτι που υπάρχει, ενώ το παρόν είναι κάτι που γίνεται. Τίποτε δεν υπάρχει λιγώτερο από την  παρούσα στιγμή εάν θεωρήσουμε ότι αυτή αποτελεί το αδιαίρετο όριο μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος. Άρα η αντίληψή μας, όσο στιγμιαία και αν θεωρείται, αποτελείται από μια αμέτρητη πολλαπλότητα στοιχείων και κάθε αντίληψη είναι ήδη ανάμνηση. «Αντιλαμβανόμαστε μόνο το παρελθόν», αφού το παρόν είναι η ασύλληπτη πρόοδος του παρελθόντος προς το μέλλον. Η «πολλαπλότητα χωρίς διαιρετότητα και η διαδοχή χωρίς διάσπαση». Η θέση του αυτή αποτελεί μία νέα θεωρία της φιλοσοφίας και το κέντρο της φιλοσοφικής του πορείας. Άλλωστε ολόκληρη η ζωή του φιλοσόφου κινείται επάνω σε αυτή τη διαφορά μεταξύ των πνευματικών δραστηριοτήτων του και των άλλων απασχολήσεών του της κάθε ημέρας τις οποίες εκτελεί κατά τρόπο μηχανικό.
            Η πολλαπλότητα παρουσιάζει δύο τάσεις στον 20ο αιώνα : την φαινομενολογία και τον Μπερξονισμό. Στην φαινομενολογία η πολλαπλότητα των φαινομένων αναφέρεται πάντα σε μια ενοποιημένη συνείδηση. Αντίθετα ο Μπερξόν στο Περί των άμεσων δεδομένων της συνείδησης, θεωρεί ότι τα άμεσα δεδομένα της συνείδησης αποτελούν την πολλαπλότητα. Η μέθοδος αυτή της ενορατικής ενδοσκόπησης παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο βιβλίο του αυτό, ενώ η τελική της μορφή δόθηκε από τον φιλόσοφο στο βιβλίο του Εισαγωγή στη Μεταφυσική. Το Περί των άμεσων δεδομένων της συνείδησης  θεωρήθηκε μάλιστα ως επίθεση εναντίον του Καντ, ο οποίος ανέλυσε τη φαινομενική διάσταση των αισθητών πραγμάτων της εμπειρίας, αντιδιαστέλλοντάς τα προς τον a priori χαρακτήρα των προϋποθέσεων δηλαδή των μορφών της εποπτείας του χρόνου και του χώρου και των κατηγοριών του νου. Ο Μπερξόν θεωρεί ότι ο Καντ δέχθηκε  στο εσφαλμένα το χώρο και το χρόνο ως ένα με  αποτέλεσμα να πρέπει να θεωρείται η  ανθρώπινη πράξη προκαθορισμένη από την αρχή της αιτιότητας.
            Ο εμπειρικός χαρακτήρας είναι αυτός που εκδηλώνεται μέσα από την εμπειρία, η οποία ως εμπειρία υπακούει στο νόμο της αιτιότητας. Απορρέει από τον κατανοητό χαρακτήρα μας, ο οποίος διατηρεί, μαζί με τον εμπειρικό, την ίδια σχέση με το φαινόμενο του πράγματος καθεαυτό. Ο χαρακτήρας αυτός στο μέτρο που δεν υπόκειται σε καμμιά μορφή γνώσης μας δεν είναι προσδιορισμένος. Υπό την έννοια αυτή είναι απόλυτα ελεύθερος. Ο Μπερξόν αμφισβητεί τον προσδιορισμό του χαρακτήρα και το δυϊσμό του εγώ και απορρίπτει τη θεωρεία του Καντ σύμφωνα με την οποία ο «χαρακτήρας μας είμαστε εμείς οι ίδιοι».
            Όλα τα στοιχεία της συνειδήσεώς μας, διασπαρμένα στην καθημερινή μας ζωή και σε περιόδους κρίσεως, όταν για παράδειγμα πρέπει να λάβουμε μια σημαντική απόφαση, ενώνονται και δημιουργούν μια διάρκεια όλα και περισσότερο τεταμμένη. Τα στοιχεία αυτά δε διακρίνονται στο χώρο, είναι πολυποίκιλλα και έχουν διάρκεια. Μια διάρκεια κατά την οποία το παρελθόν πάντα σε εξέλιξη, αυξάνεται διαρκώς από ένα ανανεούμενο παρόν.
            Τι είναι όμως η διάρκεια ;  Η διάρκεια ορίζεται ως η αδιαίρετη συνέχεια του χρόνου. Για να βρεθεί κάποιος μέσα στη διάρκεια αρκεί μόνο να ζει και να μην προσπαθήσει να «διαχωρίσει το παρόν από τις προηγούμενες καταστάσεις». Η διάρκεια δεν είναι κάποιο πράγμα, ούτε κάποια έννοια, αλλά μία «πράξη» ενός ειδική είδους μέσα από το οποίο ερχόμαστε σε «επικοινωνία με τον κόσμο και με τον εαυτό μας». Είναι σαν «μια αδιάκοπη μελωδία της εσωτερικής μας ζωής»[1] όπου το πραγματικό ξεδιπλώνεται σαν μια καθαρή κίνηση. Ο χρόνος είναι η ζωή της κάθε ημέρας, ενώ η διάρκεια είναι η ζωή της κάθε στιγμής. Αυτό που ο φιλόσοφος προτείνει στο έργο του Περί των άμεσων δεδομένων της συνείδησης και αργότερα στην Εισαγωγή στην μεταφυσική είναι μία νέα μέθοδος που συνοψίζεται στις λέξεις : «σκέψεις σε διάρκεια», όχι δηλαδή να αποβάλλουμε το χώρο και να αφεθούμε στο τυφλό ένστικτο της καθαρής διάρκειας, αλλά να σκεφθούμε σε διάρκεια. Ο Μπερξόν θεωρεί ότι δεν αρκεί μόνο να ζει ο άνθρωπος τον χρόνο, αλλά πρέπει να προσπαθεί «να πει, να σκεφθεί, να εκφράσει και να μεταδώσει» τη μεταφυσική  εμπειρία του του χρόνου. Η έμφυτη γνώση της διάρκειας δεν αποτελεί και την έμφυτη γνώση της αιωνιότητας. Για τη φιλοσοφία του, η φιλοσοφική προσπάθεια δεν συνίσταται στην έξοδο από το χρόνο και τον αισθητό κόσμο προκειμένου να συναντήσει μια αμετάβλητη αιωνιότητα, αλλά στην είσοδο μέσα στη διάρκεια, η οποία με το πέρασμά της και την απρόβλεπτη καινοτομία που δημιουργεί αδιάλειπτα, δεν είναι ποτέ η ίδια. Από τη μία έμφυτη γνώση ως την επόμενη όλα αλλάζουν και δεν υπάρχει πλέον η ίδια διαιρετότητα του χώρου. Όπως λέει ο Μπερξόν, χρειάζεται να «ξεπεράσει ο άνθρωπος την ανθρώπινη φύση του» προσπαθώντας να σκεφθεί το κάθε τι σε κίνηση χωρίς να το ακινητοποιεί, να το σχηματοποιεί και να το χάνει.
            Ο Εντουάρ λε Ρουά (1870-1912) στο βιβλίο του με τίτλο : Μια νέα φιλοσοφία: Ενρύ Μπερξόν γράφει : «Ο Μπερξόν σε κάθε θέμα που τον απασχολεί, διακρίνεται με το να παρουσιάζει την αίσθηση σε άγνωστα βάθη και άπειρες  μορφές. Ποτέ κανείς δε μπόρεσε να παρουσιάσει καλλίτερα το έργο του φιλοσόφου, το οποίο συνίσταται στο  να αποδεικνύει το λανθάνον μυστήριο κάθε αντικειμένου. Από την απλή, οικεία και καθημερινή πραγματικότητα μας οδηγεί ξαφνικά στη συγκεκριμένη πυκνότητα, στην ανεξάντλητη προέκταση και συνειδητοποιούμε ότι δε γνωρίζουμε παρά μόνο την επιφάνεια.»[2] Ο Μπερξόν δεν τοποθετείται πλέον σε μία συνηθισμένη μεταφυσική προοπτική, αλλά εμβαθύνει όλο και περισσότερο στο πραγματικό προκειμένου να το γνωρίσει χωρίς να θέλει να υπερισχύσει αυτού. Αυτή η σταδιακή εμβάθυνση οδηγεί σον όρο «ενόραση», όχι μια ενόραση έξω από το χρόνο με έννοια αχρονική. Στη φιλοσοφία του ο Μπερξόν δε δέχεται ότι είναι δυνατό να βγούμε έξω από το χρόνο. Μας ζητά απλά να σκεφθούμε διαφορετικά, να σκεφθούμε « en duré» σύμφωνα με τη γνωστή φράση του, γιατί είμαστε βυθισμένοι στην πραγματικότητα, βρισκόμαστε πάντα σε επαφή μαζί της. «Είμαστε, ζούμε και κινούμεθα μέσα στο Απόλυτο[3] Ζούμε με το χρόνο, αλλά δεν αρκεί αυτό, πρέπει να κατανοούμε και να μεταδίδουμε αυτή την εμπειρία μας. Η ενόραση, σύμφωνα με τη φιλοσοφική θεωρία του Μπερξόν, δεν είναι ενόραση διανοητική όπως στην περίπτωση του Πλάτωνα ή των Γερμανών ιδεαλιστών του 19ου αιώνα, δεν είναι μια έξοδος από το χρόνο και τον κόσμο των αισθήσεων, προκειμένου να συναντήσουμε μια αναλλοίωτη αιωνιότητα, αλλά η είσοδος στη διάρκεια, η οποία με το πέρασμά της δημιουργεί διαρκώς το νέο και το απρόβλεπτο.

                                                                        Σοφία Μωραΐτου



[1] Α.Λ. Μπερξόν, Το γέλιο,Εξάντας, 1998
[2] Ε.λε Ρουά, Μια νέα φιλοσοφία, Ενρύ Μπερξόν, Αλκάν, 1932, σελ. 8-9
[3] Ύλη και μνήμη,Παρίσι, 1932

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου