ΣΚΕΨΕΙΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΓΕΩΡΓΑΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑ ΑΥΤΟΡΡΥΤΟ
ΚΕΡΚΥΡΑ, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ Ι.ΜΗΤΡΟΠ.ΔΕΥΤΕΡΑ 10 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2018
Μια πνευματική δημιουργία είναι,
εκτός των άλλων και η πορεία στην αναζήτηση της αλήθειας. Η μη-λήθη, δηλαδή η
φανέρωση (εμφάνεια), η γνώση. Ο Χρήστος Γιανναράς γράφει ότι «η αλήθεια δεν
είναι νοητική πιστοποίηση, αλλά εμπειρική σχέση του υποκειμένου που γνωρίζει με
το αντικείμενο που γνωρίζεται» και ότι είναι «η αρχέγονη ανάγκη του ανθρώπου να
διακρίνει την ορθή από την λαθεμένη γνώση».[1] Η αναζήτηση
αυτή προϋποθέτει
μια έμφυτη τάση για ενδελεχή, ίσως
, παρατήρηση της
πραγματικότητας και του τρόπου σκέψης και συμπεριφοράς των ανθρώπων,
προϋποθέτει ώρες περισυλλογής, μελέτης,
συγγραφής, κόπωσης και
τέλος ικανοποίησης για το δημιούργημα. Προσθέτω σε όλα όσα ανέφερα αυτό που ο
Οδυσσέας Ελύτης έγραψε ότι «η αλήθεια που ξεπηδά είναι σαν το νιόκοπο άγαλμα, μόνο μέσ΄από τα
καθάρια νερά της μοναξιάς. Κι η μοναξιά της πένας είναι από τις πιο μεγάλες».
Μέσα σε αυτή τη μοναξιά της πένας του ο συγγραφέας αναζητά την μη-λήθη μέσα από
την ορθή γνώση. Ο Κωνσταντίνος Γεωργάτος προχώρησε στην αναζήτησή της με το
έργο που φέρει τον τίτλο : Πνεύμα Αυτόρρυτο, Διηγηματικοί Στοχασμοί.
Ο τίτλος
βάζει τον αναγνώστη σε σκέψεις. «Αυτόρρυτο», τι να σημαίνει αυτή η λέξη; Σύμφωνα
με το λεξικό του Liddell & Scott η λέξη σημαίνει «αυτό που ρέει αφ’ εαυτού». Αυτό που
κυλά γάργαρο από την πηγή που είναι το πνεύμα. Η διαρκής αναζήτηση του ωκεανού
της γνώσης, της εμπειρίας και της σοφίας. Πρόκειται για 101 σύντομα κείμενα
στοχασμών με διαφορετικές θεματικές ενότητες και μότο λίγες φράσεις του Νίκου
Καζαντζάκη : «Ε, κακομοίρη άνθρωπε, μπορείς να μετακινήσεις βουνά, να κάμεις θάματα,
κι εσύ να βουλιάζεις στην κοπριά, στην τεμπελιά και στην απιστία ! Θεό έχεις
μέσα σου, Θεό κουβαλάς και δεν το ξέρεις – το μαθαίνεις μονάχα την ώρα που
πεθαίνεις, μα ‘ναι πολύ αργά». Το μότο αυτό είναι ενδεικτικό των πόλων γύρω από
τους οποίους κινείται όλο το έργο : Θεός και πίστη, αξίες και άνθρωπος με αναφορές στο φιλοσοφικό έργο του
Αριστοτέλη σε μια προσπάθεια κατανόησης της σημασίας της καθημερινότητάς μας
δομημένης στην ηθική και την κοινωνική συνοχή, στην πνευματική τελείωση και
δημιουργία.
Η αναζήτηση
της ευδαιμονίας δηλαδή της ευτυχίας και της ψυχικής γαλήνης είναι ο τελικός
στόχος στη ζωή κάθε ανθρώπου. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ενδεικτικά και
πολύ περιληπτικά αναφέρω κάποια παραδείγματα από την αρχαιότητα που δηλώνουν
την διαφορά με τον χριστιανισμό.[2] Για τον Πλάτωνα
βασική προϋπόθεση για να αγγίξει ο άνθρωπος την ευδαιμονία είναι η προσέγγιση
του κόσμου των ιδεών με την διαύγεια του νου, ο οποίος είναι μέρος της ψυχής. Ο
άνθρωπος απομακρύνεται από τον υλικό κόσμο και προσπαθεί να ομοιάσει στο θείο.
Για να συμβεί αυτό πρέπει να έχει αναπτύξει
τέσσερις αρετές: της σοφίας, της ανδρείας, της σωφροσύνης και της δικαιοσύνης.
Οι αρετές αυτές τον οδηγούν στην ευδαιμονία.
Για τον Αριστοτέλη ο άνθρωπος
πλησιάζει την ευδαιμονία μέσω των αρετών τις οποίες ταξινόμησε σε ηθικές και
διανοητικές. Οι διανοητικές αρετές προϋποθέτουν καθαρή σκέψη και ενατένιση της
αλήθειας και του ύψιστου αγαθού που είναι ο Θεός. Για να συμβεί όμως αυτό ο άνθρωπος
πρέπει να ασκηθεί στις ηθικές αρετές.
Οι Στωϊκοί πίστευαν και αυτοί ότι η
αρετή οδηγεί στην ευδαιμονία, που είναι εφικτή για όλους τους ανθρώπους, οι
οποίοι ως μέλη της φύσης είναι προικισμένοι με τον λόγο του Θεού και με την
αυτογνωσία τελειοποιούνται. Οι νεοπλατωνικοί θεωρούν ότι ο δρόμος προς την
ευδαιμονία είναι η ανάταση της ψυχής και η ομοίωσή της με τον Θεό. Σκοπός του
ανθρώπου είναι να βοηθήσει την ψυχή του να επανέλθει μετά τον θάνατο, στην
αρχική της κατάσταση, σε έναν ανώτερο κόσμο.
Η διαφορά με τον χριστιανισμό είναι
ότι ο άνθρωπος δεν προσπαθεί να ανακαλύψει με τις δικές του δυνάμεις τον Θεό.
Δεν πηγαίνει ο άνθρωπος προς τον Θεό, αλλά έρχεται ο Θεός προς τον άνθρωπο για
να του αποκαλύψει την αλήθεια. Είναι μια αντίστροφη πορεία από αυτήν που
ακολουθούσαν οι αρχαίοι φιλόσοφοι. Η αποκάλυψη του θείου γίνεται από επάνω προς
τα κάτω και όχι αντίστροφα.
Ο άνθρωπος, ως κέντρο της δημιουργίας στο βιβλίο αυτό του Κωνσταντίνου Γεωργάτου,
όπως και κάθε έμψυχο ον, πορεύεται μέσα
στον χώρο και στον χρόνο της μνήμης, της αντίληψης και της προσδοκίας. Ο χρόνος
που περνά τον προβληματίζει και προσπαθεί να τον κατανοήσει, όπως όλοι μας
άλλωστε. Γράφει : «Τι είναι αλήθεια ο χρόνος ; Στέκεται με το βιολί του στις
παρυφές του σύμπαντος και γελάει … Γελάει δυνατά κάθε φορά που κοιτάμε στον
καθρέφτη μας χρωματίζοντας με ψεύτικη ελπίδα τη φθορά μας. Φροντίζουμε το
κοχύλι που θα γίνει σκόνη κάποτε και αδιαφορούμε για το μαργαριτάρι που θα μας
στολίσει με το φως και τη μοναδικότητά του … και κυρίως θα μείνει αιώνιο …». Ο
χρόνος προσωποποιείται χωρίς να ερμηνεύεται, περνά, αφήνει τα σημάδια του στον
άνθρωπο και ο άνθρωπος δεν ξεπερνά τον φόβο γι’ αυτόν που ο ίδιος εφεύρε. Γιατί
όπως έλεγε ο Αινστάιν «ο χρόνος δεν υπάρχει, είναι μια ανθρώπινη επινόηση και
εξυπηρετεί ανθρώπινες ανάγκες. Είναι ένα μέγεθος σχετικό με τον χώρο, για την
ακρίβεια είναι μια διάσταση του χώρου». Η ανθρώπινη όμως αυτή επινόηση μας
δίνει, σύμφωνα με τον Ευριπίδη, όλες τις απαντήσεις χωρίς να χρειάζεται καν τις
ερωτήσεις. Όποια και αν είναι η προσωπική μας θέση για τον χρόνο ας κρατήσουμε
τον ορισμό που ο Ζαν-Ζακ Ρουσσώ έδωσε : Χρόνος είναι η κινούμενη μορφή
της ακίνητης αιωνιότητας. [3]
Ο χώρος απροσδιόριστος, ίσως η
Αττική, ο χώρος μέσα στον οποίο κινείται ο συγγραφέας, με εξαίρεση ένα κείμενό του
που αναφέρεται στην Κέρκυρα, πότε; «καταμεσής καλοκαιριού». Η σκιαγράφηση του
ανθρώπου ξεκινά από την πρώτη παράγραφο, η οποία ορίζει και το κέντρο βάρους,
που είναι η αξία τού να μάχεται και να αγωνιά οδεύοντας προς την τελειότητά του
και φθάνει στο τέλος όπου υπάρχει ένας διάλογος για την ποίηση η οποία «είναι η
γλώσσα των αγγέλων», για τον «αληθινό ποιητή» που έχει συναίσθηση της ευθύνης του, που ξέρει
ότι είναι μέρος ενός πολύ μικρού συνόλου, τόσο μικρού όσο τα γράμματα του
δημιουργικού ιστού του.
Στάθηκα, διαβάζοντας το βιβλίο του
Κωνσταντίνου Γεωργάτου, στο τελευταίο ποίημα με τίτλο «Τόσο μπλε» που μου
θύμισε αυτόματα την φράση του Ελύτη : « Θεέ μου πόσο μπλε ξοδεύεις για να μην
σε βλέπουμε»! Παρά τον τίτλο του το
ποίημα του Γεωργάτου είναι ένα ποίημα
δύο χρωμάτων: μπλέ και μαύρου με κυρίαρχο το μπλέ. Γράφει : Τόσο μπλέ…/ Τόσο
γαλανός ο ουρανός και τόσο μπλε η θάλασσα …/ Τόσο μπλε…/ Τόσο μαύρο το σύμπαν
και τόσο μπλε το σπίτι που ζούμε…/ … Το μπλε της ηρεμίας και της γλυκύτητας,
της καθαρής σκέ / ψης,/ της λογικής συμπεριφοράς και της καθαρότητας της ψυχής/
Ακόμα και η νύχτα στη χώρα μου … είναι …μπλε! Αυτό το ποίημα αφήνει στον
αναγνώστη του το αίσθημα της αισιοδοξίας, της αρμονίας και της ανοδικής πορείας
προς την τελειότητα.
Ο Γεωργάτος είναι ο άνθρωπος του 21ου
αιώνα που συνδιαλέγεται, που διαλογίζεται και προβληματίζεται. Είναι αυτός που
έχει όλα τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης εποχής του : την πανεπιστημιακή γνώση,
την επιτυχημένη καρριέρα, την διεκδίκηση και τον ανταγωνισμό, το άγχος της
επικράτησης με τη διαρκή μάχη «ζωής και θανάτου». Δεν είναι όμως, ο άνθρωπος
της μετανεωτερικότητας, αφού ενώ δέχεται την πρόοδο, και την εξέλιξη, δεν
αρνείται αρχές, παράδοση, πίστη στην παντοδυναμία του Θεού. Αφού δεν παύει να
θαυμάζει την φύση ως δημιούργημά Του, δεν διστάζει να αναφερθεί σε κείμενα της
Γραφής, του Ρωμανού του Μελωδού ή του Ιερού Χρυσοστόμου. Γράφει ο Κ. Γεωργάτος
: «Ανταγωνισμός και αγώνας δρόμου συνεχόμενος. Αγώνας, μάχη, φωνές, φασαρίες,
ένταση, θυμός… στο διάλειμμα των μαχών, θυμόμαστε να παρακαλέσουμε Εκείνον που
αλλάζει το νερό στη γυάλα, μη τυχόν πεθάνουμε».
Για τον Γεωργάτο η ζωή είναι σαν μια παρτίδα σκάκι : δύο παίκτες, ένας
αγώνας, αυτός της νίκης. Και για τους δύο η ρήση του Αριστοτέλη : «Μόνο
ασκούμενοι στις δίκαιες πράξεις γινόμαστε δίκαιοι. Ασκούμενοι σε πράξεις
μετριοπαθείς γινόμαστε μετριοπαθείς και ασκούμενοι σε πράξεις θαρραλέες
γινόμαστε θαρραλέοι».
Την ζωή του ανθρώπου τήν συνθέτουν οι
στιγμές. Αυτές οι στιγμές δημιουργούν τα χρώματα και αυτά με την σειρά τους την
εμπειρία. Έτσι ο άνθρωπος που είναι ο
εμπνευστής και δημιουργός της τελευταίας τεχνολογίας, της επιστημονικής προόδου
και της συσσώρευσης πλούτου έχει τρεις επιλογές. Η πρώτη να ακολουθήσει τον
άνθρωπο της ύλης, η δεύτερη να μείνει ο
άνθρωπος της πνευματικής αναζήτησης, της πνευματικής δράσης και του αγώνα που
οδηγεί στην προσέγγιση και κατανόηση του θείου και η τρίτη να συνδυάσει τις δύο
προηγούμενες και να βιώσει το θαύμα της ύπαρξής του.
Η ολοκλήρωσή του ως μέλος της
κοινωνίας των έλλογων όντων και η δικαίωσή του μετά το πέρασμά του στην
αιωνιότητα προϋποθέτουν συνείδηση και ελεύθερη βούληση. Εάν η συνείδηση
επιλέξει τον έντιμο βίο η ελεύθερη βούληση οδηγεί στην αγνότητα της ψυχής που
δεν διαφέρει από την παιδική αθωότητα. Τότε η πνευματική δημιουργία θα είναι
κοινή και όλες οι πνευματικές δυνάμεις θα αποτελέσουν στοιχείο του παγκόσμιου
πολιτισμού που τα χρώματά του θα είναι αυτά ενός ουράνιου τόξου που θα ενώνει
τους ανθρώπους όλης της γης.
Ο συγγραφέας ως
παρατηρητής της καθημερινότητας του ανθρώπου, είναι αυτός που αναζητά στο διάβα
του την ουσία της ζωής και το φως. Παραθέτω : «Βάδισα με πάθος για το φως.
Βάδισα με μέτωπο στην Ανάσταση». Κρίνει και συγκρίνει. Γράφει : «Φτιάξαμε τα
σπίτια να μοιάζουν παλάτια. Τους δρόμους τους παλιούς ανοίξαμε σε απέραντες
λεωφόρους. Τις πλατείες τις κάναμε γήπεδα, να χωρούν τον φόβο μας στη θέα του
συνόλου». Όμως, «Ένας είδε το βουνό. Ήταν εκεί όλον αυτό τον καιρό μα κανείς
δεν έδινε σημασία. Τον καλούσε να φύγει …» Η πορεία του ανθρώπου είναι ανοδική.
Δεν είναι ο απαθής παρατηρητής αλλά ο δέκτης των συμπαντικών μηνυμάτων.
Σε όλο το
έργο του ο Γεωργάτος επιχειρεί ένα διάλογο με τον αναγνώστη του απευθυνόμενος
σε αυτόν είτε στο δεύτερο ενικό πρόσωπο, το πρόσωπο της συντροφικότητας, της
συμπόρευσης και της φιλίας, είτε αλλάζοντας σε πρώτο πληθυντικό, όταν οι
σκέψεις και οι πράξεις αγγίζουν το σύνολο των ανθρώπινων όντων και περιγράφουν
το «συνυπάρχειν» και το «συμπορεύεσθαι». Γράφει : «Εκεί που νοιώθεις την
παρουσία του συνανθρώπου σου. Εκεί που ο εγωισμός σου εκμηδενίζεται. Έξω από τη
γειτονιά μας ο φόβος. Αλλάξαμε…». Το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο χρησιμοποιεί
επίσης για τον παραινετικό του λόγο : «Οφείλουμε να μη λειτουργούμε με τον
εγωισμό της «κατά φαντασίαν» δύναμης …» ή αλλού «ας μη δικαιώνουμε τη φθαρτή
μας υπόσταση … διακινδυνεύοντας να κλείσει για πάντα η πόρτα πίσω μας …», ενώ
το τρίτο πρόσωπο παραμένει αυτό των περιγραφικών σχεδιασμάτων .
Δεν λείπει φυσικά, η χρήση του πρώτου
προσώπου όταν μιλά de profundis : «Όπου κι αν ήμουν, ό,τι κι αν υπερασπιζόμουν, χρειαζόμουν
γαλήνη. Γαλήνη που εύκολα γινόταν επανάσταση! Ήταν ο σκοπός γεμάτος ιερό
καθήκον… Καθώς χαμήλωνα ζούσα. Στην ψυχή την γεμάτη αγάπη, υπήρχε το μήνυμα
ζεστό κι ολόφωτο! Σε μια ελεύθερη πορεία
διάλεξα την αληθινή δύναμη. Εκείνη που είναι φτιαγμένη από το φως του πνεύματος
και ανοίγει οποιαδήποτε κλειστή πόρτα!».
Ο συγγραφέας γνωρίζει ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει το «συνυπάρχειν»
χωρίς να έχει αποδεχθεί το «υπάρχειν».
Ο Κωνσταντίνος Γεωργάτος είναι από
τις πρώτες σελίδες του βιβλίου του ένας αισιόδοξος οραματιστής, που αναζητά το
φως, τη γαλήνη και τη σιγουριά των λιμανιών. Γράφει : «Σε ένα κόσμο όπου η
αδικία είναι ο καθρέφτης των λανθασμένων επιλογών μας, τα απάνεμα και ζεστά
λιμάνια διαρκώς θα πληθαίνουν … Οι φάροι των λιμανιών θα λάμπουν τόσο και τα
χαμόγελα των ακτών θα έχουν τόση μελωδία όπου το μίσος κι ο εγωισμός θα
χάνονται στο ανελέητο φως τους !». Ένας οραματιστής που χωρίς να ξεχνά τα
ανθρώπινα πάθη, τον ατομικισμό, την μισαλλοδοξία, τις προλήψεις, την φοβία και
ατολμία επιμένει στην δύναμη της ψυχής να ξεκινά και να συνεχίζει την ανοδική
της πορεία για την ανακάλυψη της αλήθειας. Το γράψιμό του είναι «ένα
κατευθυνόμενο όνειρο», για να θυμηθούμε τη φράση του Μπόρχες, ένα όνειρο που
οδηγεί σε μια νέα αισιόδοξη και διαφορετική ζωή. Οι ιδέες του διαυγείς σαν το
νερό που ρέει, μεταμορφώνονται σε λέξεις και όπως έλεγε ο Φλωμπέρ «όσο πιο
ωραία είναι η ιδέα, τόσο πιο εύηχη είναι η φράση». Η ζωή που περιγράφει ο
Κωνσταντίνος Γεωργάτος είναι μέσα στον χειμώνα, αλλά ξέρει να περιμένει την
΄Ανοιξη !
Η ζωή κάθε
ανθρώπου είναι ένα μικρό ή μεγάλο ταξίδι μια περιπλάνηση στην γνώση και την
εμπειρία. Το πόνημά αυτό του Γεωργάτου παρασύρει τον αναγνώστη σ’ ένα
ταξίδι γνώσης και εμπειρίας που οδηγούν στο φως. Στο Επίμετρο του βιβλίου του
δίνει ένα μικρό απόσπασμα από το ποίημά του Καλλίκαρπος
ταξιδευτής. Δύο λέξεις κλειδιά : «αυτόρρυτο» στον τίτλο, «καλλίκαρπος» στον
Επίλογο. Για την πρώτη μίλησα στην αρχή. Η δεύτερη είναι μια λέξη που ανατρέχει
στα κείμενα του Αισχύλου και του Ευρυπίδη που την χρησιμοποίησαν. «Καλλίκαρπος»
αυτός που έχει ωραίους καρπούς και ταξιδευτής, ένας νέος Οδυσσέας που
επιστρέφει στην Πηνελόπη του γεμάτος με την γνώση και την εμπειρία που απέκτησε
από το πολύχρονο ταξίδι του. Οι στίχοι του Κωνσταντίνου Γεωργάτου συνοψίζουν
και κλείνουν εύστοχα τον επίλογο. Γράφει :
Ταξίδεψα με
την καρδιά του παιδιού
ζητώντας,
ικετεύοντας τον άνεμο
δροσιά να
φέρει στο κατόπι
και της
λεπτής κορμοστασιάς
Και δένοντας τη ζωή μου στη μνήμη
τ΄ουρανού και της μικρής σελήνης
ένιωσα το ταξίδι το μεγάλο,
στο φως να γίνεται μικρό κι ασήμαντο
και το λιμάνι το μικρό είδα στο φως
να γίνεται μεγάλο …
Ο ταξιδιώτης που μπαίνει «σε λιμένας
πρωτοειδομένους … σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας / να μάθεις και να μάθεις
απ’ τους σπουδασμένους» και επιστρέφει με τα χέρια γεμάτα από «τες καλές
πραγμάτειες / από εμπορεία φοινικικά / σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’
εβένους …» για να θυμηθούμε τον Καβάφη. Ο ταξιδιώτης που επιστρέφει στην
«Ιθάκη» του σοφός σε γνώση και πλούσιος σε εμπειρία !
Σοφία
Μωραΐτη, δρ φιλοσοφίας
[1]
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018, «Λεξιλόγιο «ασύμπτωτων» παραδειγμάτων».
[2]
Κοινό σημείο με την αρχαία φιλοσοφία και προϋπόθεση για να επιτευχθεί η
προσέγγιση με το θείο η «αρετή».
[3] Ο Μπερξόν
μίλησε για τον χρόνο των καθημερινών μας συναλλαγών και της επιστήμης, ο οποίος
αντιστοιχεί στην νόηση και τον ασύμμετρο χρόνο που βιώνουμε μέσα μας, που
κυλάει άλλοτε αργά και άλλοτε γρήγορα και αντιστοιχεί στην ενόραση. Δεχόταν ότι
ο χρόνος υπό την πρακτική και επιστημονική εκδοχή του είναι εφεύρημα της νόησης
και στην ουσία είναι μια μορφή του χώρου τον οποίο έχουμε επιμερήσει και
ταξινομήσει σε ενότητες. Την μορφή του χρόνου που συλλαμβάνουμε με την ενόραση,
ο Μπερξόν τον αποκάλεσε διάρκεια και αντανακλά την ακατάπαυστη ροή, την συνεχή
και αδιαίρετη μεταβολή της εσωτερικής μας ζωής. Οι καταστάσεις της ψυχής μας
βρίσκονται σε συνεχή ροή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου