Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2018

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΕΩΡΓΑΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑ ΑΥΤΟΡΡΥΤΟ


 ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΕΩΡΓΑΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑ ΑΥΤΟΡΡΥΤΟ


Κυρίες και Κύριοι,
Είναι τιμή να σου εμπιστεύεται ο δημιουργός το έργο του και να σου ζητά να μιλήσεις γι’ αυτό. Μια πνευματική δημιουργία προϋποθέτει μια έμφυτη τάση για ενδελεχή, ίσως, παρατήρηση της πραγματικότητας και του τρόπου σκέψης και συμπεριφοράς των ανθρώπων, προϋποθέτει ώρες περισυλλογής, μελέτης, συγγραφής, κόπωσης και τέλος ικανοποίησης για το δημιούργημα. Προσθέτω σε όλα όσα ανέφερα αυτό που ο Οδυσσέας Ελύτης έγραψε ότι «η αλήθεια που ξεπηδά  είναι σαν το νιόκοπο άγαλμα, μόνο μέσ΄από τα καθάρια νερά της μοναξιάς. Κι η μοναξιά της πένας είναι από τις πιο μεγάλες». Μέσα σε αυτή τη μοναξιά της πένας του ο Κωνσταντίνος Γεωργάτος δημιούργησε το έργο του αυτό. Για όλους αυτούς τους λόγους θεωρώ τιμή μου το γεγονός ότι παρουσιάζω και μιλώ σήμερα γι’ αυτό το έργο που φέρει τον τίτλο : Πνεύμα Αυτόρρυτο, Διηγηματικοί Στοχασμοί. 

            Ο τίτλος βάζει τον αναγνώστη σε σκέψεις. «Αυτόρρυτο», τι να σημαίνει αυτή η λέξη; Σύμφωνα με το λεξικό του Liddell & Scott η λέξη σημαίνει «αυτό που ρέει αφ’ εαυτού». Αυτό που κυλά γάργαρο από την πηγή που είναι το πνεύμα. Η διαρκής αναζήτηση του ωκεανού της γνώσης, της εμπειρίας και της σοφίας. Πρόκειται για 101 σύντομα κείμενα στοχασμών με διαφορετικές θεματικές ενότητες και μότο λίγες φράσεις του Νίκου Καζαντζάκη : «Ε, κακομοίρη άνθρωπε, μπορείς να μετακινήσεις βουνά, να κάμεις θάματα, κι εσύ να βουλιάζεις στην κοπριά, στην τεμπελιά και στην απιστία ! Θεό έχεις μέσα σου, Θεό κουβαλάς και δεν το ξέρεις – το μαθαίνεις μονάχα την ώρα που πεθαίνεις, μα ‘ναι πολύ αργά». Το μότο αυτό είναι ενδεικτικό των πόλων γύρω από τους οποίους κινείται όλο το έργο : Θεός και πίστη, αξίες και άνθρωπος  με αναφορές στο φιλοσοφικό έργο του Αριστοτέλη σε μια προσπάθεια κατανόησης της σημασίας της καθημερινότητάς μας δομημένης στην ηθική και την κοινωνική συνοχή, στην πνευματική τελείωση και δημιουργία.
            Ο άνθρωπος, στο βιβλίο αυτό του Κωνσταντίνου Γεωργάτου πορεύεται μέσα στον χώρο και στον χρόνο. Ο χώρος απροσδιόριστος, ίσως η Αττική, ο χώρος μέσα στον οποίο κινείται ο συγγραφέας, με εξαίρεση το 15ο κείμενο που αναφέρεται στην Κέρκυρα, πότε; «καταμεσής καλοκαιριού». Η σκιαγράφηση του ανθρώπου ξεκινά από την πρώτη παράγραφο, η οποία ορίζει και το κέντρο βάρους, που είναι η αξία τού να μάχεται και να αγωνιά οδεύοντας προς την τελειότητά του και φθάνει στο 100ο που είναι ένας διάλογος για την ποίηση η οποία «είναι η γλώσσα των αγγέλων», για τον «αληθινό ποιητή» αυτόν που έχει συναίσθηση της ευθύνης του, που ξέρει ότι είναι μέρος ενός πολύ μικρού συνόλου, τόσο μικρού όσο τα γράμματα του δημιουργικού ιστού του. Το 101ο  και τελευταίο κείμενο του βιβλίου είναι ένα ποίημα δύο χρωμάτων μπλέ και μαύρου με κυρίαρχο το μπλέ. «Το μπλε της ηρεμίας και της γλυκύτητας, της καθαρής σκέψης,/ της λογικής συμπεριφοράς και της καθαρότητας της ψυχής.» όπως γράφει.  Αυτό το μπλέ που θυμίζει τον στίχο του Ελύτη : «Θέε μου, πόσο μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε», έρχεται στον στίχο του Γεωργάτου «Μες το μπλέ το σπίτι μου, μες το μπλέ η χώρα μου, μες το μπλέ η καρδιά μου ! … Ακόμα και η νύχτα στη χώρα μου … είναι μπλέ!» να αφήσει στον αναγνώστη του το αίσθημα της αισιοδοξίας, της αρμονίας και της ανοδικής πορείας προς την τελειότητα.
Είναι ο άνθρωπος του 21ου αιώνα που συνδιαλέγεται, που διαλογίζεται και προβληματίζεται και έχει όλα τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης εποχής του : την πανεπιστημιακή γνώση, την επιτυχημένη καρριέρα, τη διεκδίκηση και τον ανταγωνισμό, το άγχος της επικράτησης με τη διαρκή μάχη «ζωής και θανάτου». Γράφει ο Κ. Γεωργάτος : «Ανταγωνισμός και αγώνας δρόμου συνεχόμενος. Αγώνας, μάχη, φωνές, φασαρίες, ένταση, θυμός… στο διάλειμμα των μαχών, θυμόμαστε να παρακαλέσουμε Εκείνον που αλλάζει το νερό στη γυάλα, μη τυχόν πεθάνουμε».  Για τον Γεωργάτο η ζωή είναι σαν μια παρτίδα σκάκι : δύο παίκτες, ένας αγώνας, αυτός της νίκης. Και για τους δύο η ρήση του Αριστοτέλη : «Μόνο ασκούμενοι στις δίκαιες πράξεις γινόμαστε δίκαιοι. Ασκούμενοι σε πράξεις μετριοπαθείς γινόμαστε μετριοπαθείς και ασκούμενοι σε πράξεις θαρραλέες γινόμαστε θαρραλέοι».
Τη ζωή του ανθρώπου την συνθέτουν οι στιγμές. Αυτές οι στιγμές δημιουργούν τα χρώματα και αυτά με τη σειρά τους την εμπειρία. Έτσι   ο άνθρωπος που είναι ο εμπνευστής και δημιουργός της τελευταίας τεχνολογίας, της επιστημονικής προόδου και της συσσώρευσης πλούτου έχει τρεις επιλογές. Η πρώτη να ακολουθήσει τον άνθρωπο της ύλης, η δεύτερη να μείνει  ο άνθρωπος της πνευματικής αναζήτησης, της πνευματικής δράσης και του αγώνα που οδηγεί στην προσέγγιση και κατανόηση του θείου και η τρίτη να συνδυάσει τις δύο προηγούμενες και να βιώσει το θαύμα της ύπαρξής του.
Η ολοκλήρωσή του ως μέλος της κοινωνίας των έλλογων όντων και η δικαίωσή του μετά το πέρασμά του στην αιωνιότητα προϋποθέτουν συνείδηση και ελεύθερη βούληση. Εάν η συνείδηση επιλέξει, σύμφωνα με τον Γεωργάτο, τον έντιμο βίο η ελεύθερη βούληση οδηγεί στην αγνότητα της ψυχής που δεν διαφέρει από την παιδική αθωότητα. Τότε η πνευματική δημιουργία θα είναι κοινή και όλες οι πνευματικές δυνάμεις θα αποτελέσουν στοιχείο του παγκόσμιου πολιτισμού που τα χρώματά του θα είναι αυτά ενός ουράνιου τόξου που θα ενώνει τους ανθρώπους όλης της γης.
Ο συγγραφέας είναι ο παρατηρητής της καθημερινότητας, είναι αυτός που αναζητά στο διάβα του την ουσία της ζωής και το φως. Παραθέτω : «Βάδισα με πάθος για το φως. Βάδισα με μέτωπο στην Ανάσταση». Κρίνει και συγκρίνει. Γράφει : «Φτιάξαμε τα σπίτια να μοιάζουν παλάτια. Τους δρόμους τους παλιούς ανοίξαμε σε απέραντες λεωφόρους. Τις πλατείες τις κάναμε γήπεδα, να χωρούν τον φόβο μας στη θέα του συνόλου». Η πορεία του είναι ανοδική. Δεν είναι ο απαθής παρατηρητής αλλά ο δέκτης των συμπαντικών μηνυμάτων.
Ο χρόνος που περνά τον προβληματίζει και προσπαθεί να τον κατανοήσει. Γράφει : «Τι είναι αλήθεια ο χρόνος ; Στέκεται με το βιολί του στις παρυφές του σύμπαντος και γελάει … Γελάει δυνατά κάθε φορά που κοιτάμε στον καθρέφτη μας χρωματίζοντας με ψεύτικη ελπίδα τη φθορά μας. Φροντίζουμε το κοχύλι που θα γίνει σκόνη κάποτε και αδιαφορούμε για το μαργαριτάρι που θα μας στολίσει με το φως και τη μοναδικότητά του … και κυρίως θα μείνει αιώνιο …». Η προσωποποίησή του χρόνου από τον συγγραφέα δηλώνει την αποδοχή του τελευταίου για την ύπαρξή του. Ο χρόνος περνά αφήνει τα σημάδια του στον άνθρωπο και ο άνθρωπος δεν ξεπερνά τον φόβο γι’ αυτόν που ο ίδιος εφεύρε. Γιατί όπως έλεγε ο Αινστάιν «ο χρόνος δεν υπάρχει, είναι μια ανθρώπινη επινόηση και εξυπηρετεί ανθρώπινες ανάγκες». Η ανθρώπινη όμως αυτή επινόηση μας δίνει, σύμφωνα με τον Ευριπίδη, όλες τις απαντήσεις χωρίς να χρειάζεται καν τις ερωτήσεις. Όποια και αν είναι η προσωπική μας θέση για τον χρόνο ας κρατήσουμε τον ορισμό που ο Ζαν-Ζακ Ρουσσώ έδωσε : Χρόνος είναι η κινούμενη μορφή της ακίνητης αιωνιότητας.

            Σε όλο το έργο του ο Γεωργάτος επιχειρεί ένα διάλογο με τον αναγνώστη του απευθυνόμενος σε αυτόν είτε στο δεύτερο ενικό πρόσωπο, το πρόσωπο της συντροφικότητας, της συμπόρευσης και της φιλίας, είτε αλλάζοντας σε πρώτο πληθυντικό, όταν οι σκέψεις και οι πράξεις αγγίζουν το σύνολο των ανθρώπινων όντων και περιγράφουν το «συνυπάρχειν» και το «συμπορεύεσθαι». Γράφει : «Εκεί που νοιώθεις την παρουσία του συνανθρώπου σου. Εκεί που ο εγωισμός σου εκμηδενίζεται. Έξω από τη γειτονιά μας ο φόβος. Αλλάξαμε…». Το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο χρησιμοποιεί επίσης για τον παραινετικό του λόγο : «Οφείλουμε να μη λειτουργούμε με τον εγωισμό της «κατά φαντασίαν» δύναμης …» ή αλλού «ας μη δικαιώνουμε τη φθαρτή μας υπόσταση … διακινδυνεύοντας να κλείσει για πάντα η πόρτα πίσω μας …», ενώ το τρίτο πρόσωπο παραμένει αυτό των περιγραφικών σχεδιασμάτων .
Δεν λείπει φυσικά, η χρήση του πρώτου προσώπου όταν μιλά de profundis : «Όπου κι αν ήμουν, ό,τι κι αν υπερασπιζόμουν, χρειαζόμουν γαλήνη. Γαλήνη που εύκολα γινόταν επανάσταση! Ήταν ο σκοπός γεμάτος ιερό καθήκον… Καθώς χαμήλωνα ζούσα. Στην ψυχή την γεμάτη αγάπη, υπήρχε το μήνυμα ζεστό κι ολόφωτο!  Σε μια ελεύθερη πορεία διάλεξα την αληθινή δύναμη. Εκείνη που είναι φτιαγμένη από το φως του πνεύματος και ανοίγει οποιαδήποτε κλειστή πόρτα!».  Ο συγγραφέας γνωρίζει ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει το «συνυπάρχειν» χωρίς να έχει αποδεχθεί το «υπάρχειν».
            Ο Κωνσταντίνος Γεωργάτος είναι από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου του ένας αισιόδοξος οραματιστής, που αναζητά το φως, τη γαλήνη και τη σιγουριά των λιμανιών. Γράφει : «Σε ένα κόσμο όπου η αδικία είναι ο καθρέφτης των λανθασμένων επιλογών μας, τα απάνεμα και ζεστά λιμάνια διαρκώς θα πληθαίνουν … Οι φάροι των λιμανιών θα λάμπουν τόσο και τα χαμόγελα των ακτών θα έχουν τόση μελωδία όπου το μίσος κι ο εγωισμός θα χάνονται στο ανελέητο φως τους !». Ένας οραματιστής που χωρίς να ξεχνά τα ανθρώπινα πάθη, τον ατομικισμό, τη μισαλλοδοξία, τις προλήψεις, τη φοβία και ατολμία επιμένει στη δύναμη της ψυχής να ξεκινά και να συνεχίζει την ανοδική της πορεία για την ανακάλυψη της αλήθειας. Το γράψιμό του είναι «ένα κατευθυνόμενο όνειρο», για να θυμηθούμε τη φράση του Μπόρχες, ένα όνειρο που οδηγεί σε μια νέα αισιόδοξη και διαφορετική ζωή. Οι ιδέες του διαυγείς σαν το νερό που ρέει, μεταμορφώνονται σε λέξεις και όπως έλεγε ο Φλωμπέρ «όσο πιο ωραία είναι η ιδέα, τόσο πιο εύηχη είναι η φράση». Η ζωή που περιγράφει ο Κωνσταντίνος Γεωργάτος είναι μέσα στον χειμώνα, αλλά ξέρει να περιμένει την ΄Ανοιξη !

            Το πόνημά του αυτό παρασύρει τον αναγνώστη σ’ ένα ταξίδι γνώσης και εμπειρίας που οδηγούν στο φως. Στο Επίμετρο του βιβλίου του δίνει ένα μικρό απόσπασμα από το ποίημά του Καλλίκαρπος ταξιδευτής. Δύο λέξεις κλειδιά : «αυτόρρυτο» στον τίτλο, «καλλίκαρπος» στον Επίλογο. Για την πρώτη μίλησα στην αρχή. Η δεύτερη είναι μια λέξη που ανατρέχει στα κείμενα του Αισχύλου και του Ευρυπίδη που την χρησιμοποίησαν. «Καλλίκαρπος» αυτός που έχει ωραίους καρπούς. Οι στίχοι αυτοί συνοψίζουν και κλείνουν εύστοχα τον επίλογο. Γράφει :
                                    Ταξίδεψα με την καρδιά του παιδιού
                                    ζητώντας, ικετεύοντας τον άνεμο
                                    δροσιά να φέρει στο κατόπι
                                    και της λεπτής κορμοστασιάς
           
Και δένοντας τη ζωή μου στη μνήμη
τ΄ουρανού και της μικρής σελήνης
ένιωσα το ταξίδι το μεγάλο,
στο φως να γίνεται μικρό κι ασήμαντο
και το λιμάνι το μικρό είδα στο φως
να γίνεται μεγάλο …

            Ο ταξιδιώτης που επιστρέφει με τα χέρια γεμάτα  από «εμπορεία φοινικικά / σεντέφια και κοράλια, κεχριμπάρια κι εβαίνους …» για να θυμηθούμε τον Καβάφη. Ο  ταξιδιώτης που επιστρέφει στην «Ιθάκη» του πλούσιος σε γνώση και σοφός σε εμπειρία. Ευχαριστώ  τον Κωνσταντίνο Γεωργάτο για την πνευματική ευχαρίστηση που ένιωσα μέσα από αυτό το ταξίδι και εύχομαι από καρδιάς το βιβλίο του να είναι «καλοτάξιδο»!

                                         Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 2017
                                                                                                Σοφία Μωραΐτη
                                                                                 
                                                                               

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου